αποστακτήριο
αποστακτήριο, alembic
Ένα αποστακτήριο είναι ένα εργαστηριακό εργαλείο που χρησιμοποιείται για το βρασμό υγρών και την απόκτηση καθαρών ουσιών. Βρίσκεται συνήθως σε επιστημονικά εργαστήρια.
Είναι επίσης ένα σημαντικό εργαλείο που χρησιμοποιείται στην παρασκευή αρωμάτων και αλκοολούχων ποτών. Είναι ένα αντιπροσωπευτικό εργαλείο σε χημικά πειράματα.


Το αποστακτήριο έχει παίξει καθοριστικό ρόλο στην ιστορία της επιστημονικής προόδου. Από την προέλευσή του ως εργαλείο που χρησιμοποιούσαν οι μεσαιωνικοί αλχημιστές, έχει γίνει απαραίτητος εξοπλισμός στη σύγχρονη χημική βιομηχανία. Παίζει βασικό ρόλο ιδιαίτερα στην παραγωγή αρωμάτων και στην απόσταξη ουίσκι.
Πρόσφατα, με το αυξανόμενο ενδιαφέρον για σπιτικά ποτά όπως η μπύρα και το τζιν, έχει αυξηθεί και το ενδιαφέρον για μικρής κλίμακας αποστακτήρια. Χρησιμοποιούνται επίσης στην παρασκευή αιθέριων ελαίων και φυσικών καλλυντικών, αποτελώντας μέρος της κουλτούρας DIY.